Αναλύοντας την Ελληνική Πολιτεία και την Έννοια της Πατρίδας
Με την έννοια της λέξης «πατρίς» να είναι διαρκώς παραποιημένη, η πολιτική χρήση της έχει μετατραπεί σε μια πηγή ειρωνείας. Η αναφορά στην πατρίδα, όταν επανέρχεται σε πολιτικό λόγο, φέρνει μαζί της ανησυχίες σχετικά με τις προθέσεις του ομιλητή. Αυτές οι αντιφάσεις φωτίζουν μια ελλειμματική σχέση μεταξύ του λαού και των αξιών που τον αντιπροσωπεύουν. Δεν είναι λοιπόν περίεργο που η «πατρίς» έχει εξελιχθεί σε «πάρτη», και σε ορισμένα κοινωνικά στρώματα, έχει μετατραπεί σε «πάρτυ». Αυτές οι μεταγραφές υποδεικνύουν μια βαθιά στρατηγική υπονόμευσης και αποθάρρυνσης της αίσθησης του ανήκειν.
Η έλλειψη μιας ενιαίας «πατρίδας» καθιστά τη χώρα απλώς έναν «χώρο» χωρίς ταυτότητα. Χωρίς αυτήν την αίσθηση του ανήκειν, η κοινωνία γίνεται πεδίο διαρκών παραχωρήσεων και διαπραγματεύσεων. Κανείς δεν πρέπει να υποτιμά τη σημασία της ιθαγένειας και της κυριαρχίας, καθώς οι δύο έννοιες δεν ταυτίζονται.
Αντί να αναλύσουμε έννοιες όπως η πατρίδα, ο λαός και η κοινωνία, μπορεί να αναφερθούμε στη δική μας κατάσταση ως μια άτυπη «ελληνική πολιτεία». Αυτή εκφράζει ένα σύνολο πολιτών που διοικούνται από μη λογοδοτούνται δομές εξουσίας. Αυτή η επιχείρηση αναγνωρίζει μια μορφή «τυραννίδας», η οποία, αν και φαινομενικά κοινοβουλευτική, αμφισβητείται έντονα από την κοινωνία. Η ιστορική παρατήρηση δείχνει ότι οι «τυραννίδες» είναι πιο συχνές από ό,τι οι στιβαρές δημοκρατίες—κι αυτό μπορεί να βρεθεί στο κέντρο της σημερινής μας πραγματικότητας.
Η επιθυμία να εκφράσουμε τη δυσαρέσκειά μας σε τέτοιες καταστάσεις επιφέρει φόβο και ανησυχία για πιθανές δυσάρεστες συνέπειες. Η ταυτότητα της «ψηφιακής δημοκρατίας» μας κάνει να υποχρεωνόμαστε σε διαδικασίες ολοένα και πιο περίπλοκες, ενώ μας αφαιρεί το δικαίωμα να ψηφίσουμε για θέματα που μας αφορούν.
Στην καρδιά αυτής της «τυραννίδας» βρίσκεται ο ουσιώδης πυρήνας της διοίκησης, που συχνά εξαγγέλλει και άλλα πράττει, προβάλλοντας την εικόνα μιας αποτελεσματικής διακυβέρνησης, ενώ στην πράξη κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει. Οι πολιτικές προτάσεις μετατρέπονται σε «ευκαιρίες» ή «προκλήσεις», συμμετέχοντας σε έναν αέναο κύκλο απόφασης και δράσης που υπονομεύει τις πραγματικές ανάγκες των πολιτών.
Η λέξη «ευκαιρία» έχει χάσει την αρχική της έννοια, αντικαθιστώντας τις πραγματικές ανάγκες με προσδοκίες και ψεύτικα θετικά μηνύματα. Οι πολιτικοί απολαμβάνουν να μιλούν για «ευκαιρίες» χωρίς να αναγνωρίζουν τις ευθύνες τους και τις ανάγκες του λαού. Ωστόσο, η πρόσκληση προς τους πολίτες να αναγνωρίσουν την αξία της πατρίδας τους και να στέκονται απέναντι στην επικυριαρχία είναι πιο επιτακτική από ποτέ.
Κι αν κάτι δείξει, ίσως είναι ότι οι πολίτες είναι έτοιμοι να αντιταχθούν στη μετατροπή της πατρίδας σε ένα μέσο πολιτικών παιχνιδιών. Η επαναστατική σκέψη και η συλλογική προσπάθεια να οικοδομήσουμε ξανά την αίσθηση του ανήκειν και της κοινής ευθύνης είναι πλέον απαραίτητες. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να αμφισβητήσουμε την κατάσταση και να οδηγηθούμε σε ένα πιο δίκαιο και δημοκρατικό μέλλον.